Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επιλεγμένα

Περίοδοι του ρεμπέτικου

Μέχρι το 1938 Τα πρώτα ρεμπέτικα αναφέρονται κυρίως σε παραβατικές πράξεις και σε ερωτικές σχέσεις ενώ το κοινωνικό στοιχείο στην θεματική είναι περιορισμένο.Στην περίοδο αυτή κυριαρχεί το πειραιώτικο στυλ με κυριότερο εκφραστή τον Μάρκο Βαμβακάρη. Παράλληλα αρχίζουν να γράφουν ρεμπέτικα και οι Σμυρνιοί συνθέτες. Το 1937 εμφανίζεται ο Βασίλης Τσιτσάνης και περίπου την ίδια περίοδο και ο Μανόλης Χιώτης. Το 1936 λογοκρίνεται το τραγούδι του Τούντα "Βαρβάρα". Το 1937 επιβάλλεται από το καθεστώς του Μεταξά γενικευμένη λογοκρισία. Το περιεχόμενο αλλάζει αναγκαστικά. Οι αναφορές στο χασίσι, στους τεκέδες και στους ναργιλέδες εκλείπουν. 1938- περίπου 1960 Τραγούδια γράφονται και κατά τη διάρκεια της κατοχής δεν περνάνε όμως στη δισκογραφία γιατί τα εργοστάσια παραμένουν κλειστά μέχρι το 1946. Από τη στιγμή αυτή κυριαρχεί ο Βασίλης Τσιτσάνης μαζί με την Μαρίκα Νίνου, ο Μανόλης Χιώτης, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου. Οι περισσότεροι παλιοί ρεμπέτες μένουν όμως στο περιθώριο

Πανδουρίς – Ταμπουράς – Μπουζούκι – Το Αρχαιοελληνικό Όργανο Που Ενσάρκωσε Την Ρεμπέτικη Μουσική


Εδώ θα βρείτε όλες τις αποδείξεις για την ελληνικότητα του μουσικού οργάνου στα πρότυπα του Πλάτωνος. Πολλά έχουν γραφτεί από αμαθείς ότι το μπουζούκι δεν είναι ελληνικό όργανο αλλά κατάλοιπο της τουρκοκρατίας. Όλοι οι μύθοι κάποτε καταρρέουν.

Παίρνοντας την κλίμακα του Ντο ματζόρε και μεταθέτοντας την αρχή κάθε φορά ανά μία νότα (δηλ.
αρχίζοντας κάθε φορά από άλλη νότα σαν βασική), παίρνουμε τις παρακάτω παραλλαγές της κλίμακας:



Ντο = C, Ρε = D , Mι = E, Φα = F, Σολ = G, Λα = Α, Σι =Β

Η βασική νότα και η βασική συγχορδία είναι κάθε φορά η πρώτη, αυτή που εμφανίζεται με έντονο γράμμα.

Η τρίτη στήλη δείχνει τα διαστήματα ανάμεσα στις νότες της κάθε παραλλαγής σε ημιτόνια και μας βοηθάει να δούμε την «ταυτότητα» της κλίμακας. Ο Ιωνικός τρόπος είναι η κλίμακα ματζόρε και ο Αιολικός η κλίμακα μινόρε.

 Τετράχορδα και πεντάχορδα

 Από την αρχαιότητα το διάστημα της οκτάβας (αρχαία: διαπασών) χωρίζεται σε ένα πεντάχορδο (διάστημα πέμπτης, αρχαία: διαπέντε) και ένα τετράχορδο (διάστημα τετάρτης, αρχαία: διατέσσαρον).

 Παράδειγμα: Το διάστημα μιας οκτάβας από Ρε σε Ρε μπορεί να χωριστεί ως εξής:

 - Ένα τετράχορδο από Ρε σε Σολ και ένα πεντάχορδο από Σολ σε Ρε, -ή-

- Ένα πεντάχορδο από Ρε σε Λα και ένα τετράχορδο από Λα σε Ρε.

 Ο χωρισμός αυτός βοηθάει στην κατανόηση, την ταξινόμηση, αλλά και στην εκμάθηση των δρόμων παρακάτω. Επειδή τα τετράχορδα και πεντάχορδα έχουν λιγότερες νότες από μια πλήρη κλίμακα, η μελωδία τους και το παίξιμό τους μαθαίνεται ευκολότερα. Επίσης, ο αριθμός των διαφορετικών πεντάχορδων ή τετράχορδων είναι πιο μικρός, αφού οι συνδυασμοί με πέντε ή τέσσερις νότες είναι πιο λίγοι. Συνδυάζοντας ένα σχετικά μικρό αριθμό από διάφορα πεντάχορδα και τετράχορδα, μπορούμε να σχηματίσουμε μια μεγάλη ποικιλία δρόμων, όπως θα δούμε παρακάτω.



Δρόμοι

 Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται οι κυριότεροι δρόμοι και παραλλαγές τους.

 Η κλίμακα του Ρε έχει καθιερωθεί στην πράξη σαν βασική κλίμακα, ειδικά στο μπουζούκι. Στο τρίχορδο μπουζούκι, το τζουρά και τον μπαγλαμα με κούρντισμα Ρε-Λα-Ρε, όταν το τραγούδι είναι σε δρόμο από Ρε, οι ανοιχτές χορδές Ρε και Λα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σαν «μπάσο» ή σαν «ισοκράτημα», ευνοώντας έτσι τους δρόμους του Ρε.

Ακολουθώντας αυτή την παράδοση, παρουσιάζουμε όλες τις κλίμακες από τον αρχικό/βασικό τόνο Ρε, ώστε να φαίνονται εύκολα οι διαφορές μεταξύ τους.



ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Στήλη 1: Το όνομα του δρόμου. Πολλοί δρόμοι είναι γνωστοί με περισσότερα ονόματα, παρακάτω υπάρχει ένας πίνακας με συνώνυμα. Μερικοί δρόμοι διαφέρουν όταν ανεβαίνουμε ή κατεβαίνουμε τις νότες, και γι αυτό οι λέξεις «ανοδικός» ή «καθοδικός«.

Στήλες 2-9: Ο πίνακας δείχνει τις νότες του κάθε δρόμου στις οκτώ βαθμίδες. Οι υφέσεις και διέσεις χρησιμοποιούνται έτσι, ώστε να φαίνονται οι διαφορές ανάμεσα στους δρόμους.

Στήλη 10: Τα διαστήματα σε ημιτόνια ανάμεσα στις νότες του δρόμου, που μας δείχνουν με μια ματιά τον «χαρακτήρα» του δρόμου. Για ευκολία στην ανάγνωση, χωρίζουμε με κενά τον δρόμο σε δύο τμήματα, από την πρώτη ως την πέμπτη βαθμίδα (=πέντε βαθμίδες, δηλ. ένα πεντάχορδο) και από την πέμπτη ως την όγδοη (=τέσσερις βαθμίδες, δηλ. ένα τετράχορδο).

Στήλη 11: Η βασική συγχορδία, Ρε ματζόρε ή Ρε μινόρε του δρόμου.

Στήλη 12: Άλλες συγχορδίες που μπορούν να εμφανίζονται στον δρόμο αυτό.

Στήλη 13: Ένα ηχητικό παράδειγμα με μερικά ανεβοκατεβάσματα στην κλίμακα σε συνδυασμό με την βασική συγχορδία. Το παράδειγμα ακολουθεί πάντα το ίδιο μοτίβο: Βασική συγχορδία – Ρε-Μι-Φα – Μι-Φα-Σολ – Φα-Σολ-Λα – Σολ-Λα-Σι – Λα-Σι-Ντο – Σι-Ντο-Ρε – Βασική συγχορδία και αντιστρόφως.

Όλη η ρεμπέτικη μουσική στηρίζεται σε αυτές τις κλίμακες της Ρε του αρχαίου ελληνικού Δωρικού τρόπου.



Ονόματα δρόμων – Συνώνυμοι δρόμοι

Τα περίεργα ονόματα των δρόμων έχουν κατά κύριο λόγο αραβική προέλευση και έφτασαν σε εμάς μέσω Τουρκίας. Πολλά από αυτά τα ονόματα προέρχονται απο το όνομα κάποιας νότας (π.χ. Ραστ είναι στα αραβικά η νότα Ντο, Χιτζάζ η νότα Φα δίεση, κλπ.), ενώ άλλα δηλώνουν τρόπο ή είδος παιξίματος. Αυτό σημαίνει ότι κάποτε οι δρόμοι αυτοί είχαν σταθερή τονικότητα, δηλ. δρόμος Ραστ = δρόμος του Ντο, αλλά με τον καιρό μετατέθηκαν και σε άλλες τονικότητες.

 Βέβαια, ας μην μας ξεγελούν τα ονόματα. Οι δρόμοι αυτοί χρησιμοποιούνται από την αρχαιότητα στην Ελλάδα και στους «ήχους» της βυζαντινής μουσικής. Επίσης συναντούνται σε όλη τη Μεσόγειο, την Περσία, την Αραβία και μέχρι την Ινδία.

Πολλές φορές ένας δρόμος έχει διαφορετικές ονομασίες, ανάλογα με την εποχή και τον χώρο που χρησιμοποιήθηκε. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει μερικές συνωνυμίες:



Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙΟΥ

Η καταγωγή του μπουζουκιού σαν όργανο είναι ελληνική, ενώ θεωρείται όπως κι όλα τα λαούτα, σαν ένα είδος μετεξέλιξης της αρχαιοελληνικής πανδούρας.[1] Η καταγωγή του μπουζουκιού, ως απόγονος της αρχαίας ελληνικής μουσικής, τοποθετείται στην αρχαία Ελλάδα,[2] όπου υπήρχε το αντίστοιχο αρχαιοελληνικό όργανο γνωστό κι ως «Πανδουρίδιον» ή αλλιώς «τρίχορδο» επειδή είχε τρεις χορδές. Έντονος υποστηρικτής της πηγής αυτής είναι τα μάρμαρα της εποχής, με γνωστότερο αυτό της Μαντινείας (4ος αιώνας π.Χ.), που σήμερα εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας, κι απεικονίζει το μυθικό αγώνα, μεταξύ Απόλλωνος και Μαρσύα, όπου η αρχαιοελληνική πανδούρα παίζεται από μια μούσα κάθισμένη πάνω σε έναν βράχο.



 Ο Πλάτων, που επίστευεν εις την ισχυράν επίδρασιν της μουσικής εις την ψυχήν, θεωρεί την γυμναστικήν και την μουσικήν ως τους δύο συντελεστάς της ανατροφής των νέων. Αποδοκιμάζει εντόνως το είδος που επιδιώκει μόνον την ακουστικήν τέρψιν με αριστοτεχνικά ηχητικά «εφφέ» και απαιτεί λιτές μετρημέvες μελωδίες και ρυθμούς, που βελτιώνουν τις καλές ιδιότητες του χαρακτήρος

Η δυνατότης επιδράσεως της μουσικής θεμελιώνεται εις το γεγονός ότι αυτή αποτελεί ένα είδος κινήσεως και ότι δύναται συνεπώς να αντιγράψη ή να απομιμηθή κινήσεις της ψυχής. Στο άκουσμα αυτών των απομιμήσεων δημιουργούνται πάλι στις ψυχές οι αντίστοιχες ανάλογες κινήσεις – συναισθηματικές καταστάσεις – πάθη – κινήσεις, οι οποίες δύνανται να επιδρούν καθησυχαστικώς ή παροτρυντικώς. Επίσης δύναται να προκληθή συσσώρευσις ενεργείας μέχρι την εκφόρτισιν, με την οποίαν απελευθερώνεται και καθαίρεται η ψυχή. Τότε έχομεν την λεγομένην «κάθαρσιν». Όλες όμως αυτές οι επιρροές βασίζονται εις την χρήσιν (ορισμένων μου­σικών στοιχείων ή του συνδυασμού τους εις μελοποιίαν. Έτσι εδώ προκύπτουν τρία διαφο­ρετικά είδη «ήθους» :

         α) «διασταλτικόν ήθος»· αυτό που οδηγεί εις το ανδρικόν φρόνημα, μεγαλοπρεπές·

        β) «συσταλτικόν»· αυτό που οδηγεί σε χαμηλά φρόνημα (θρήνοι, ερωτικά τραγούδια, μοιρολόγια)∙

        γ) «ησυχαστικόν»· αυτό πού καθησυχάζει, γαληνεύει.

Το μπουζούκι βασισμένο στην δωρική κλίμακα εξυψώνει το ανδρικό φρόνημα με το διασταλτικόν του ήθος.

 Σημαντικά δια την δημιουργίαν του ήθους είναι ο ρυθμός, Ο φυσικός χαρακτήρ του οργά­νου, η σειρά και το ύψος των τόνων («τρόποι»):

 Α) Ρυθμός. Όσον πιο αργός είναι, τόσον περισσότερον ηρεμεί και καθησυχάζει, γαληνεύ­ει. Όσο πιο γρήγορος, τόσον περισσότερον κινεί και ερεθίζει.

Β) Φυσικός χαρακτήρ οργάνων. Κάθε όργανον είναι κατασκευασμένον από ωρισμένα φυ­σικά υλικά (ξύλο, δέρμα ζώων, κάλαμον, μέταλλον, έντερα κ.λπ.). Η συναρμολόγησις των φυ­σικών υλικών δημιουργεί ένα χαρακτήρα, μίαν «προσωπικότητα», θα ελέγαμεν, του κάθε οργά­νου. Π.χ. ο ήχος ενός εγχόρδου επιδρά διαφορετικά εις την ψυχήν απ’ ό,τι ο αυλός. Ο Πλά­των μάλιστα αποκλείει τον αυλόν από την «Πολιτείαν» του, διότι θεωρεί τον ήχον του ερεθιστικόν, κατάλληλον μόνον σε οργιαστικάς λατρείας και δημοσίας παραστάσεις. Δέχεται την λύραν, την κιθάραν και την σύριγγα ως ευγενή όργανα και απορρίπτει όλα τα «πολυτονικά» ως μη λιτά. Οι σάλπιγγες θεωρούνται ως κατάλληλες εις αγώνας ή πολέμους. Τα κρουστά δια οργιώδη μανίαν (εορτές Διονύσου κ.λπ.).

  Γ) Σειρά και ύψος τόνων.

 Το μπουζούκι πέρασε από τους αρχαίους Έλληνες στους Βυζαντινούς, επέζησε στην Τουρκοκρατία και η άνθησή του στις μέρες μας πέρασε πρώτα από μια περίοδο αμφισβήτησης στις αρχές του αιώνα. Οι παραλλαγές αυτού του αρχαίου οργάνου ήταν αρκετές μέσα στα χρόνια της ζωής του και είχε τα ονόματα πανδούρα ή πανδουρίδα, τρίχορδον, ταμπουράς, θαμπούρα, ταμπούριν, ψαλτήριον, μπουζούκι και πολλά άλλα ακόμη με τα οποία ονομάζονταν και άλλα μικρότερα ή μεγαλύτερα όργανα της ίδιας οικογένειας, των ταμπουράδων. Στην πραγματικότητα ήταν απλώς μικροτροποποιήσεις και παραλλαγές του ίδιου βασικού οργάνου, του ταμπουρά ή πανδούρα. Ο μουσικολόγος και κριτικός Φοίβος Άνωγειανάκης περιγράφει την πορεία του ταμπουρά και την ιστορία του ονόματός του ως τις μέρες μας. Για τη βυζαντινή εποχή οι πηγές είναι πολλές, καθώς η πανδούρα και το κανονάκι, ήταν από τα βασικότερα όργανα για τη διδασκαλία της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής, όπως τονίζει ο αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος στο βιβλίο του για την βυζαντινή μουσική.



ΠΕΡΙ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙΟΥ Ο «ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΛΟΓΟΣ»

Του Δημήτρη Σταθακόπουλου

Είναι γνωστό στους ερευνητές –  και δυστυχώς όχι στο ευρύ κοινό, ή στους μουσικούς που κατέχουν μόνο την κλασική μουσική – , ότι το  μπουζούκι προέρχεται από τα αρχαία και μεσαιωνικά νυκτά έγχορδα μουσικά όργανα με μπράτσο / μάνικο και ταστιέρα με δεσμούς ( μπερντέδες), που γενικώς ονομαζόντουσαν Pandur – Pantur Πανδουρίδες – Θαμπούρες – Φάνδουροι – Ταμπουράδες.



Ελληνική πλάκα 5ου π.Χ αι. (Buchner, Alexander. Colour Encyclopedia of Musical Instruments. Prague, 1980 )

    Μία παραλλαγή αυτού του οργάνου έλαβε το όνομα Bozuk ή Bozurg ή Μπουζούκι. Ο νέος αυτός ονοματολογικός προσδιορισμός επ” ουδενί του στερεί την παλαιότερη καταγωγή , ούτε φυσικά χαρίζεται αβασάνιστα  σε έναν και μόνο πολιτισμό.

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙΟΥ   

Αν το νέο όνομα προέρχεται από το τουρκικό Bozuk/ σπασμένο , μάλλον έχει να κάνει με το είδος κουρδίσματος , ότι δηλαδή το όργανο «έσπαγε/άλλαζε» κουρδίσματα. Αν το όνομα προέρχεται από το Περσικό Bozurg τότε σημαίνει Μεγάλο και έχει να κάνει με το μέγεθος, διότι όντως το μπουζούκι είναι ο μεγαλύτερος σε μέγεθος ταμπουράς. ( Σημ.: υπάρχει και μία ασθενής και όχι επαληθευμένη άποψη ότι προέρχεται από βυζαντινό » βυζίον» ή Μπουζίον, λόγω του σχήματος του ηχείου του ).

      Τέτοια όργανα που ονόμαζαν Μπουζούκια έπαιζαν πολλοί αγωνιστές του ’21 , ενώ χάρις στον οργανοποιό Νικ. Φρονιμόπουλο, γνωρίζουμε τουλάχιστον έναν επώνυμο κατασκευαστή, αυτόν του Ταμπουρά του Μακρυγιάννη , που ήταν ο Λεωνίδας Γαϊλας.

    Όργανα της ομάδας του Μπουζουκιού ( από το γένος των ταμπουράδων ) είχαν και έχουν οι Κούρδοι, οι Σύριοι και οι Λιβανέζοι, εσχάτως δε οι Ιρλανδοί το Irish Bouzouki , με διακριτά ξεχωριστά τεχνικά χαρακτηριστικά από το ελληνικό μπουζούκι , καθώς και διαφορετικά κουρδίσματα !!!

    Σε κάθε περίπτωση ο ταμπουράς που ονομάστηκε μπουζούκι και χρησιμοποιείτο από τους Έλληνες (αρχικά για δημοτικό ρεπερτόριο), στα τέλη του 19ου αιώνα (απροσδιόριστο πού και πότε ακριβώς), δανείστηκε και ενσωμάτωσε τα χαρακτηριστικά του μαντολίνου ή μαντόλας στο σκάφος/ ηχείο, καθώς και την συγκερασμένη ταστιέρα με μεταλλικά πλέον χωρίσματα διαστημάτων (αφήνοντας οριστικά τους δεσμούς – μπερντέδες), όπως και τα μηχανικά -τροχαλίες κλειδιά κουρδίσματος  (αφήνοντας οριστικά τα ξύλινα στριφτάρια κουρδίσματος), ενώ δεν υιοθέτησε το κοντό μάνικο του μαντολίνου, αντιθέτως κράτησε το μακρύ μάνικο του ταμπουρά. Αυτό το νέο υβρίδιο μεταξύ ταμπουρά και μαντολίνου μας έδωσε κατασκευαστικά το ΔΙΑΚΡΙΤΟ από όλα τα άλλα ταμπουροειδή/ μπουζουκοειδή (Συρίας, Λιβάνου, Κουρδιστάν), μουσικό όργανο που λέγεται νεοελληνικό μπουζούκι.

 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

 Το μπουζούκι είναι φτιαγμένο στην αρχαία ελληνική Δωρική κλίμακα την ανδροπρεπή όπως έλεγε ο Πλάτων εξού και τα ρεμπέτικα που είναι βαριά τραγούδια για άντρες και χορεύοντο αποκλειστικά από άντρες. Είναι μετεξέλιξη της αρχαίας ελληνικής πανδουρίδος που μετονομάστηκε σε ταμπουρά στα βυζαντινά χρόνια και επί τουρκοκρατίας σε μπουζούκι (Bozuk=σπασμένο). Το σημερινό μπουζούκι λοιπόν είναι φτιαγμένο σε Ρε κλίμακα δωρικού τρόπου για αυτό όλοι οι δρόμοι της ρεμπέτικης μουσικές είναι από τον δωρικό τρόπο της Ρε. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι, είναι το όργανο που συστήνει ο Πλάτων να ακούνε οι νέοι για να τους ψυχαγωγεί ανδροπρεπώς. Ρεμπέτικη μουσική, ή λαϊκή μουσική είναι κατά βάση η αρχαία ελληνική μουσική που προτείνει για τους νέους, ο Πλάτων στο έργο του «Πολιτεία».



Πηγές: http://portal.kithara.gr , www.ekivolos.gr ,  www.sakketosaggelos.gr

Δημοφιλείς αναρτήσεις